Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

τὰ μετέωρα

См. также в других словарях:

  • μετεώρα — μετεώρᾱ , μετά ὁράω Inscr. destombeaux des rois imperf ind act 3rd sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μετέωρα — Συγκρότημα μοναστηριών χτισμένων στην κορυφή απότομων και ξεκομμένων μεταξύ τους βράχων, διάσπαρτων σε μια έκταση περίπου τριάντα τ. χλμ., ανάμεσα στα όρη Χάσια, Αντιχάσια και Κόζιακας, του νομού Τρικάλων, στο σημείο ακριβώς, όπου ο Πηνειός… …   Dictionary of Greek

  • Μετεώρα — Sp Meteorà Ap Μετεώρα/Meteora L C Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Μετέωρα — τα ομάδα ψηλών και απόκρημνων βράχων κοντά στην Καλαμπάκα πάνω στους οποίους έχουν χτιστεί μοναστήρια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μετέωρα — μετέωρος raised from off the ground neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μετέωρ' — μετέωρα , μετέωρος raised from off the ground neut nom/voc/acc pl μετέωρε , μετέωρος raised from off the ground masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μετέωρος — η, ο (ΑΜ μετέωρος, ον, Α επικ. τ. μετήορος, ον, δωρ. τ. πεδάωρος, ον Μ και μέτωρος, ον) 1. αυτός που αιωρείται πάνω από το έδαφος, που βρίσκεται ή γίνεται στον αέρα, εναέριος («σκέλεά δε... κατακρέμανται μετέωρα», Ηρόδ.) 2. αυτός που βρίσκεται σε …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • Θεοφάνης Στρελίτζας — (16ος αι.). Μοναχός και ζωγράφος, ο επιλεγόμενος Μπαθάς και Κρης. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους της κρητικής σχολής (1559). Ύστερα από έναν γάμο από τον οποίο απέκτησε δύο γιους, τον Συμεών και τον Νεόφυτο, μοναχούς και ζωγράφους …   Dictionary of Greek

  • ВАРЛААМА МУЖСКОЙ МОНАСТЫРЬ ВО ИМЯ ВСЕХ СВЯТЫХ — Мон рь Варлаама. Метеоры Мон рь Варлаама. Метеоры [греч. Βαρλαάμ], в комплексе Метеорских монастырей (Стагонская и Метеорская митрополия Элладской Церкви). Расположен на скале высотой 373 м в 11 км от г. Каламбака. Получил название по имени… …   Православная энциклопедия

  • Meteora — Para el álbum musical del grupo Linkin Park, véase Meteora (álbum). Meteora1 Patrimonio de la Humanidad Unesco El monasterio de la Sant …   Wikipedia Español

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»